
Της Μαρίας Αντωνιάδου, Αναπληρώτριας Καθηγήτριας Οδοντιατρικής ΕΚΠΑ
Εισαγωγή
Οι γυναίκες αποτελούν τον κορμό των συστημάτων υγείας και κοινωνικής φροντίδας: περίπου 67% του παγκόσμιου εργατικού δυναμικού είναι γυναίκες, παρέχοντας υπηρεσίες σε σχεδόν 5 δισ. ανθρώπους ετησίως και παράγοντας εκτιμώμενη αξία άνω των 3 τρις. USD (World Health Organization, 2019). Η συνεισφορά αυτή εκτείνεται σε όλο το συνεχές της φροντίδας, από την πρωτοβάθμια και την προληπτική υγεία, τη νοσηλευτική και τη μαιευτική, έως την κατ’ οίκον φροντίδα, την κοινωνική εργασία και την ψυχική υγεία, με τους περισσότερους ρόλους να βρίσκονται στην πρώτη γραμμή, εντός κοινοτήτων και ευάλωτων πληθυσμών (WHO, 2019).
Παρά τη βαρύτητα της συμβολής τους, η εργασία των γυναικών παραμένει υποτιμημένη ή «αόρατη». Μεγάλο μέρος της εκτελείται σε θέσεις χαμηλότερου κύρους και αμοιβών, συχνά με άτυπες ή επισφαλείς μορφές απασχόλησης, και με σημαντικό όγκο απλήρωτης φροντίδας που δεν αποτυπώνεται επαρκώς στους εθνικούς λογαριασμούς (WHO, 2019). Η υποτίμηση αυτή δεν αντανακλά ελλείμματα ικανοτήτων· αναπαράγεται από έμφυλες νόρμες και θεσμικές πρακτικές που τοποθετούν την «εργασία φροντίδας» ως φυσική προέκταση του κοινωνικού ρόλου των γυναικών, με συνέπεια να υποεκτιμάται η πολυπλοκότητα, ευθύνη και δεξιοσύνη που απαιτούνται (WHO, 2019).
Επιπλέον, καταγράφονται κενά στα δεδομένα και τη μέτρηση: οι επίσημες στατιστικές σπάνια καταγράφουν πλήρως την άτυπη εργασία φροντίδας, τις πολλαπλές μορφές μερικής απασχόλησης ή τις μη αμειβόμενες συνεισφορές εντός οικογένειας και κοινότητας. Αυτό οδηγεί σε συστηματική υποεκτίμηση της πραγματικής οικονομικής και κοινωνικής αξίας που δημιουργούν οι γυναίκες στο σύστημα υγείας και δυσχεραίνει τον ορθολογικό σχεδιασμό πολιτικών (WHO, 2019). Το αποτέλεσμα είναι ένας φαύλος κύκλος: η αόρατη εργασία δεν χρηματοδοτείται ούτε ενισχύεται επαρκώς, οι συνθήκες εργασίας παραμένουν άνισες, και η δυνατότητα προσέλκυσης και διατήρησης ανθρώπινου δυναμικού μειώνεται, με άμεσες επιπτώσεις στην ποιότητα, την προσβασιμότητα και την ανθεκτικότητα των υπηρεσιών υγείας (WHO, 2019).
Τέλος, η μακροοικονομική διάσταση είναι καθοριστική: όταν οι γυναικείες θέσεις στον χώρο της υγείας αποτιμώνται δίκαια και ενισχύονται με ασφαλείς συμβάσεις, διαφανείς μισθολογικές κλίμακες και πραγματικές διαδρομές ανέλιξης, βελτιώνονται τα αποτελέσματα υγείας, ενισχύεται η παραγωγικότητα των συστημάτων και επιταχύνεται η πορεία προς την Καθολική Υγειονομική Κάλυψη και τους Στόχους Βιώσιμης Ανάπτυξης (WHO, 2019). Με άλλα λόγια, η ισότιμη αποτίμηση της γυναικείας εργασίας στην υγεία δεν είναι απλώς θέμα δικαιοσύνης· είναι προϋπόθεση συστημικής βιωσιμότητας.
Το παράδοξο «Delivered by women, led by men»
Η φράση «Delivered by women, led by men» συνοψίζει με ακρίβεια ένα από τα πιο επίμονα και δομικά παράδοξα των συστημάτων υγείας: ενώ οι γυναίκες αποτελούν τη συντριπτική πλειοψηφία του εργατικού δυναμικού υγείας και κοινωνικής φροντίδας (περίπου 67% σε παγκόσμια κλίμακα), εξακολουθούν να συγκεντρώνονται σε θέσεις χαμηλότερης αμοιβής και κύρους, όπως η νοσηλευτική, η μαιευτική, η κοινωνική εργασία και η κατ’ οίκον φροντίδα (World Health Organization, 2019). Αντίθετα, οι άνδρες υπερεκπροσωπούνται στις ιατρικές ειδικότητες υψηλής εξειδίκευσης και στα διοικητικά ή ακαδημαϊκά αξιώματα. Αυτό το επαγγελματικό «διαχωριστικό τοίχωμα» (occupational segregation) δεν αντανακλά διαφορές σε εκπαίδευση, εμπειρία ή ικανότητες· εδράζεται σε βαθιά ριζωμένες κοινωνικές νόρμες και έμφυλα στερεότυπα, όπως αναφέραμε προηγυομένως, τα οποία αποδίδουν στις γυναίκες ρόλους φροντίδας ως «φυσική» επέκταση της οικογενειακής τους θέσης, με αποτέλεσμα τη συστηματική υποτίμηση κρίσιμων επαγγελμάτων (WHO, 2019).
Αντίστοιχες ανισότητες καταγράφονται και στα ανώτερα κλιμάκια λήψης αποφάσεων. Παρά την παρουσία τους στην πλειονότητα των επαγγελμάτων υγείας, οι γυναίκες κατέχουν λιγότερο από το 25% των ηγετικών θέσεων σε παγκόσμιο επίπεδο, γεγονός που οδηγεί σε αποκλεισμό τους από τα κέντρα χάραξης πολιτικής και στρατηγικής (World Health Organization, 2021). Αυτή η ανισορροπία δεν είναι απλώς ζήτημα εκπροσώπησης: έρευνες δείχνουν ότι η έλλειψη γυναικών σε ηγετικούς ρόλους στερεί από τα συστήματα υγείας σημαντικά οφέλη, όπως αυξημένη καινοτομία, μεγαλύτερη διαφάνεια και ενισχυμένα αποτελέσματα υγείας (Kalbarczyk et al., 2025). Επομένως, η επίμονη ανισότητα στη συμμετοχή των γυναικών στη διοίκηση δεν αποτελεί μόνο κοινωνική αδικία αλλά και δομικό εμπόδιο για την αποτελεσματικότητα και ανθεκτικότητα των ίδιων των συστημάτων υγείας (WHO, 2021).
Το μισθολογικό χάσμα και το «μητρικό τίμημα»
Σε παγκόσμιο επίπεδο, το μισθολογικό χάσμα στον τομέα της υγείας παραμένει σταθερά υψηλό: οι γυναίκες αμείβονται κατά μέσο όρο περίπου 20% λιγότερο από τους άνδρες συναδέλφους τους (World Health Organization & International Labour Organization, 2022). Αν και ένα μικρό τμήμα αυτού του χάσματος μπορεί να εξηγηθεί από παράγοντες όπως η ηλικία, τα έτη προϋπηρεσίας ή το επίπεδο εκπαίδευσης, η πλειοψηφία παραμένει «ανεξήγητη». Αυτό το ανεξήγητο μέρος αντανακλά τη συστηματική υποτίμηση των γυναικοκρατούμενων επαγγελμάτων, όπως η νοσηλευτική και η φροντίδα, καθώς και το γνωστό φαινόμενο του μητρικού τιμήματος (motherhood penalty). Οι γυναίκες που αποκτούν παιδιά συχνά αντιμετωπίζουν περιορισμένες ευκαιρίες ανέλιξης, διακοπές στην καριέρα ή αναγκάζονται να στραφούν σε μερική απασχόληση, με αποτέλεσμα χαμηλότερα συνολικά εισοδήματα σε σχέση με άνδρες ή γυναίκες χωρίς παιδιά (WHO & ILO, 2022).
Η πανδημία COVID-19 λειτούργησε σαν μεγεθυντικός φακός αυτών των ανισοτήτων. Σε αρκετές χώρες το μισθολογικό χάσμα φάνηκε να μειώνεται, αλλά αυτή η μείωση ήταν τεχνητή: οι χαμηλόμισθες γυναίκες σε επισφαλείς ή άτυπες θέσεις αποκλείστηκαν δυσανάλογα από την απασχόληση κατά τη διάρκεια των περιοριστικών μέτρων (WHO & ILO, 2022). Έτσι, ο μέσος όρος των μισθών των γυναικών αυξήθηκε στατιστικά, όχι επειδή οι ίδιες αμείφθηκαν καλύτερα, αλλά επειδή έπαψαν να καταγράφονται οι χαμηλότερα αμειβόμενες. Το αποτέλεσμα ήταν η πραγματική συρρίκνωση του συνολικού μισθολογικού όγκου των γυναικών στον τομέα, εντείνοντας περαιτέρω την οικονομική τους ευαλωτότητα και περιορίζοντας τις προοπτικές επαγγελματικής τους εξέλιξης (WHO & ILO, 2022).
Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου στο “ΟΒ”.















Discussion about this post