Βρετανοί ερευνητές μετρώντας τα επίπεδα της κορτιζόλης, της λεγόμενης «ορμόνης του στρες» στο σάλιο σε έφηβα αγόρια με πρώιμα συμπτώματα κατάθλιψης, διαπίστωσαν ότι τα υψηλά επίπεδα κορτιζόλης συνδέονται με τη μεγαλύτερη πιθανότητα εμφάνισης κατάθλιψης στην ενήλικη ζωή τους. Η παρατήρηση αυτή οδήγησε στην ανακάλυψη ενός νέου βιο-δείκτη της κατάθλιψης, ο οποίος μπορεί να οδηγήσει σε μια περισσότερο εξατομικευμένη προσέγγιση εντοπισμού αγοριών με υψηλό κίνδυνο εμφάνισης κατάθλιψης, αναφέρει ο επικεφαλής της έρευνας Dr. Matthew Owens.
Στην έρευνα συμμετείχαν 1800 έφηβοι, ηλικίας 12 έως 19 ετών, από τους οποίους οι ερευνητές συνέλεξαν σάλιο για να μελετήσουν τα επίπεδα της κορτιζόλης. Παράλληλα, οι ερευνητές συγκέντρωσαν και τις αναφορές των ίδιων των συμμετεχόντων σχετικά με πρώιμα συμπτώματα κατάθλιψης και κατέγραψαν συστηματικά τις διαταραχές της ψυχικής τους υγείας έως και τρία χρόνια μετά.
Τα αποτελέσματα της έρευνας φανέρωσαν ότι οι έφηβοι με υψηλά επίπεδα κορτιζόλης και προ-κλινικά συμπτώματα κατάθλιψης έχουν έως 14 φορές μεγαλύτερη πιθανότητα να υποφέρουν αργότερα από μείζονα κλινική κατάθλιψη, σε σχέση με όσους νέους έχουν φυσιολογικά επίπεδα κορτιζόλης, ενώ αντίστοιχα τα κορίτσια με αυξημένα επίπεδα κορτιζόλης είχαν μόλις τέσσερις φορές μεγαλύτερη πιθανότητα να εμφανίσουν κατάθλιψη στην ενήλικη ζωή τους.
Οι ορμόνες που σχετίζονται με το φύλο – ανδρογόνα για τους άνδρες και οιστρογόνα και προγεστερόνη για τις γυναίκες – μπορεί να αντιδρούν διαφορετικά στην κορτιζόλη και εξηγούν το διαφορετικό κίνδυνο εμφάνισης κατάθλιψης ανάμεσα στα αγόρια και τα κορίτσια.
Η κατάθλιψη αποτελεί σοβαρό πρόβλημα ψυχικής υγείας που υπολογίζεται ότι πλήττει περίπου έναν στους έξι ανθρώπους κάποια στιγμή στη ζωή τους, ενώ τα περισσότερα περιστατικά ψυχικής διαταραχής εμφανίζονται πριν το 24ο έτος της ηλικίας. Οι επιστήμονες εκτιμούν ότι διαγνωστικό αυτό τεστ μπορεί να οδηγήσει στη στοχευμένη ψυχολογική βοήθεια, όπως η λογοθεραπεία για τα αγόρια που διατρέχουν κίνδυνο εμφάνισης κατάθλιψης.
Οι επιστήμονες ψάχνουν όλο και περισσότερο για φυσικούς δείκτες αναφορικά με τις ψυχιατρικές ασθένειες, αντί να βασίζονται αποκλειστικά στη διάγνωση που προκύπτει μόνο από τη συζήτηση με τους ασθενείς.
Η έρευνα χρηματοδοτήθηκε από το Wellcome Trust και τα αποτελέσματά της δημοσιεύθηκαν στο περιοδικό «Proceedings of the National Academies of Science».
* Πηγή: www.cbsnews.com
Συζήτηση σχετικά με αυτό το άρθρο